Η κορβέτα/ελαφρά φρεγάτα Als Class 100 αποτελεί προϊόν ελληνικής σχεδίασης, στην οποία έχουν ενσωματωθεί το σύνολο των απαιτήσεων του ΠΝ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τόσο τις ιδιαιτερότητες του αρχιπελάγους του Αιγαίου, όπου αναμένεται να επιχειρεί κατά κύριο λόγο, όσο και την απειλή που αντιπροσωπεύουν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να προσφέρει χαμηλό ακουστικό, θερμικό και ηλεκτρομαγνητικό ίχνος (χαρακτηριστικά stealth) και σε κάθε περίπτωση το πλοίο θα μπορεί να εκπληρώνει το σύνολο των απαιτούμενων αποστολών και καθηκόντων ενσωματώνοντας μια σειρά ηλεκτρονικών συστημάτων και οπλισμού, όπου έχει προβλεφθεί η προσφορά εναλλακτικών επιλογών ανάλογα με τις ανάγκες του ΠΝ.
Ο τύπος Als Class 100 έχει εκτόπισμα 2.655 τόνων, ολικό μήκος 105,67 m και πλάτος 15,46 m, με ενδιαιτήσεις για 105 μέλη πληρώματος και 32 επιπλέον εφεδρικές, ενώ το σύστημα πρόωσης αποτελεί συνδυασμό πετρελαιοκινητήρων και αεριοστρόβιλου (CODAG/Combined Diesel and Gas), συνολικής ισχύος 37 ΜW με δύο προπέλες μεταβλητού βήματος, επιτυγχάνοντας μέγιστη ταχύτητα μεγαλύτερη των 30 κόμβων, ακτίνα ενεργείας 4.000 ναυτικών μιλίων (με ταχύτητα 15 κόμβων) και αυτονομία εν πλω 21 ημερών.
Ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός του σε μεγάλο βαθμό παρέχεται από την Thales NL και περιλαμβάνει σύστημα διαχείρισης μάχης TACTICOS με 14 κονσόλες χειριστή πολλαπλής λειτουργίας MOC Mk3, ραντάρ επιτήρησης SMART-S Μk2 σε συνδυασμό με δύο ραντάρ ελέγχου πυρός STIR 1.2 ή εναλλακτικά τον ιστό I-Mast 400 με ενσωματωμένο ραντάρ επιτήρησης Sea Master (ζώνης συχνοτήτων «S»/2-4 GHz), ραντάρ επιφανείας Sea Star (ζώνης συχνοτήτων «Χ»/8-12 GHz) και ραντάρ καταύγασης διάταξης ηλεκτρονικής σάρωσης (Phased Array Illuminators), σύστημα ESM Vigile 100/200 σε συνδυασμό με ECM Scorpion 2L, ναυτικό σύστημα προειδοποίησης λέιζερ (NLWS) της Saab, σύστημα EO-IR Artemis, σόναρ τρόπιδας UMS 4132 Kinglip, σόναρ μεταβλητού βάθους CAPTAS Nano και δύο ραντάρ ναυτιλίας.
Ο οπλισμός του πλοίου αποτελείται από:
- το κύριο πυροβόλο Super Rapid των 76 mm/62 cal (ταχυβολίας 120 β.α.λ.) με περίβλημα χαμηλής διατομής ραντάρ (RCS) ή της έκδοσης STRALES
- δύο τετραπλούς εκτοξευτές βλημάτων ναυτικής κρούσης (με εναλλακτικές επιλογές τα MBDA Exocet MM40, Saab RBS15 Mk3, Boeing Harpoon Block 2 και Kongsberg NSM)
- σύστημα κάθετης εκτόξευσης VLS (Mk41 ή SYLVER A43/50 με 16 θύλακες για 64 συνολικά βλήματα ESSM ή 16 Aster 15/30 & MICA αντίστοιχα
- σύστημα εγγύς άμυνας (CIWS) RAM, SeaRAM ή Millennium
- δύο τηλεχειριζόμενα αυτόματα πυροβόλα γενικής χρήσης των 27 mm ή των 30 mm (Rheinmetall MLG ή OTO Melara Marlin αντίστοιχα)
- δύο τηλεχειριζόμενα πολυβόλα των 12,7 mm Hitrole της OTO Melara
- δύο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mk32 των 324 mm
- σύστημα αντιμέτρων τορπιλών της WASS/Leonardo
- σύστημα αναλώσιμων αντιμέτρων MASS της Rheinmetall με δύο μονάδες εξαπόλυσης αερόφυλλων/φωτοβολίδων
- κατάστρωμα πτήσης με υπόστεγο για υποδοχή και μεταφορά ανθυποβρυχιακού ελικοπτέρου βάρους έως και 10 τόνους ή VTOL UAV και δύο πνευστές λέμβους άκαμπτης γάστρας (RHIB).
Έχουμε λοιπόν ένα πλοίο ελληνικής σχεδίασης και προσαρμοσμένο στις αντίστοιχες επιχειρησιακές ιδιαιτερότητες που θα μπορούσε να αποτελέσει μια αξιόπιστη λύση για το ΠΝ, με πολύ καλές προοπτικές εγχώριας κατασκευής, όχι μόνο για τις ελληνικές ανάγκες αλλά και για εξαγωγικούς πελάτες. Σε κάθε περίπτωση, το κόστος του τύπου λογικά κινείται στο ίδιο επίπεδο με αυτό των Damen SIGMA και DCNS Gowind 2500, ενώ πιθανότατα αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία τόσο για τη σταδιακή ανανέωση των κύριων πολεμικών πλοίων του ελληνικού στόλου όσο και για την ανάκαμψη του χειμαζόμενου ναυπηγικού τομέα στη χώρα μας.
Συμπεράσματα
Όπως καταδείχθηκε ανωτέρω, η κατηγορία των ελαφρών φρεγατών περιλαμβάνει πλοία που, αφενός εκπληρώνουν το σύνολο των αποστολών που αναλαμβάνουν και οι φρεγάτες μεγαλύτερου εκτοπίσματος, αφετέρου έχουν σαφώς μικρότερο κόστος απόκτησης και χρήσης σε σχέση με αυτές. Ταυτόχρονα, η ναυπήγηση τέτοιων πλοίων μπορεί άνετα να αναληφθεί από τα εγχώρια ναυπηγεία. Ακόμη και αν ευοδωθούν οι επιδιώξεις του ΠΝ για την απόκτηση αντιτορπιλικών αεράμυνας κλάσης Arleigh Burke, όταν αυτά καταστούν πλεονασματικά στις τάξεις του US Navy (ή έστω καταδρομικών Ticonderoga, έντεκα εκ των οποίων είχε προγραμματιστεί να αποσυρθούν σταδιακά, αρχής γενομένης το 2019), θα υφίσταται και πάλι η ανάγκη για προμήθεια νέων πλοίων για την αντικατάσταση των έξι εκσυγχρονισμένων φρεγατών τύπου «S» σε χρονικό ορίζοντα 10-15 ετών. Προς το παρόν, βέβαια, το πρόγραμμα που έχει επείγοντα χαρακτήρα είναι ο Εκσυγχρονισμός/αναβάθμιση Μέσου Ζωής (Mid-Life Upgrade/MLU) των φρεγατών κλάσης «Ύδρα».
Σε κάθε περίπτωση το ΠΝ πρέπει να σχεδιάζει το μέλλον του έχοντας κατά νου τόσο τη γιγάντωση της εξ ανατολών απειλής όσο και το γεγονός ότι οι οικονομικές δυσχέρειες της χώρας θα συνεχιστούν για αρκετά χρόνια ακόμη, ώστε η απόκτηση φρεγατών της κατηγορίας των BELHARRA, FREMM, PPA, MEKO A200 (η νέα έκδοση του συγκεκριμένου τύπου) κ.τ.λ. να θεωρείται πρακτικά αδύνατη. Υπό αυτήν την έννοια, πλοία όπως το Damen SIGMA, το Gowind 2500/3000, το Als Class 100 (ή παρόμοια διαφορετικής σχεδίασης και προέλευσης) θα παρέχουν τη μοναδική ίσως επιλογή που θα έχει το ΠΝ.
Μόνο έτσι θα μπορέσει ο ελληνικός στόλος να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την πραγματική «καταιγίδα» ναυπηγήσεων νέων πλοίων του TDK που ξεκινούν από παράκτια περιπολικά και φτάνουν έως την κατηγορία των πλοίων αποβατικής κρούσης (Landing Helicopter Dock/LHD, L-400 Anadolu), με ικανότητα μεταφοράς ελικοπτέρων και (ίσως) αεροσκαφών βραχείας απογείωσης/κάθετης προσγείωσης F-35B ή και «καθαρόαιμου» αεροπλανοφόρου, όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν (βλ. δηλώσεις του στις 3/7/2017), που έχει ως βασικό στόχο τη μετατροπή της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη, απειλώντας με δραματική ανατροπή του ισοζυγίου ισχύος τόσο το Πολεμικό Ναυτικό όσο και τους υπόλοιπους Κλάδους των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.