Στο νέο άρθρο του ο Κωνσταντίνος Παρίσσης οριοθετεί το στρατηγικό πρόβλημα της Ελλάδας, εστιάζοντας στα ζητήματα εκείνα που καθορίζουν ρεαλιστικά τα εμπόδια που καλείται η χώρα να υπερβεί αν θέλει να διασφαλίσει την ειρήνη διατηρώντας ταυτόχρονα την ακεραιότητά της. Καταδεικνύει γιατί για μια ειρηνική χώρα, όπως η Ελλάδα, που έχει απέναντί της μια επεκτατική δύναμη, όπως η Τουρκία, δεν υπάρχει καμμιά άλλη επιλογή από το να ενισχύει, διαρκώς και στο μέγιστο βαθμό, την αποτρεπτική ικανότητα των Ενόπλων Δυνάμεών της. Και τέλος, εξηγεί για ποιον λόγο η ανάγκη ενίσχυσης της αποτροπής είναι σήμερα πιο επείγουσα από ποτέ.
Συντάκτης: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΡΙΣΣΗΣ

Αφορμή για τον προβληματισμό ο οποίος “γέννησε” το παρόν άρθρο ήταν μια φράση του Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια, η οποία προκαλεί έκπληξη σε όποιον έχει διδαχθεί έστω και ελάχιστα από τα βιβλία της ιστορίας. Τον Οκτώβριο ο κύριος Δένδιας είχε πει επί λέξει “παίζουμε στη σκακιέρα του Διεθνούς Δικαίου, όχι των κανονιοφόρων” …υπονοώντας τι ακριβώς; Ότι το Διεθνές Δίκαιο μπορεί να σταματήσει τον αδίκως επιτιθέμενο; Ότι υπάρχει διεθνής αστυνομία που θα επέμβει για να επιβάλει το νόμο; Ή ότι η Τουρκία έχει οποιαδήποτε διάθεση σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου και θα συνετισθεί εφόσον της υποδείξουμε τις παραβάσεις της; Ενός Δικαίου το οποίο, σημειωτέον, δεν αναγνωρίζει.
Δυο μήνες μετά ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος έκανε μια δήλωση που μάλλον δείχνει ότι η αφέλεια της παραπάνω θέσης δε χαρακτηρίζει συνολικά την Κυβέρνηση, λέγοντας “θα προτιμούσα να χάσω τον ύπνο μου μπροστά στο ενδεχόμενο να με καλέσουν στο μέλλον να πάω σε μια Εξεταστική Επιτροπή, παρά να χάνω τον ύπνο μου επειδή δεν έκανα τίποτα για να αναβαθμίσω τα αεροσκάφη F-16 (…)”. Ευτυχώς, παρά τις άλλες αστοχίες του, ο ΥΕΘΑ τουλάχιστον δεν πιστεύει ότι θα επαναφέρουμε την Τουρκία στο δρόμο της νομιμότητας με …εξώδικα.
Σήμερα, επέτειο της κρίσης των Ιμίων, το τουρκικό ωκεανογραφικό σκάφος Oruc Reis εστάλη πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα για να δοκιμάσει τα κότσια και τις αντιδράσεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο ότι εντός του χρόνου η Τουρκία θα προκαλέσει κρίση, στρεφόμενη κατά της Ελλάδος με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – πιθανότατα εντός του άξονα που οριοθετείται στο ψευδομνημόνιο Τουρκίας – Σάρατζ.

Με το άρθρο αυτό θα προσπαθήσουμε να οριοθετήσουμε το στρατηγικό πρόβλημα της Ελλάδας όσο πιο συνοπτικά γίνεται, εστιάζοντας στα ζητήματα εκείνα που καθορίζουν ρεαλιστικά, με βάση τα πραγματικά δεδομένα και όχι αντιλήψεις ή ιδεολογήματα, τα εμπόδια που καλείται η χώρα να υπερβεί αν θέλει να διασφαλίσει την ειρήνη διατηρώντας ταυτόχρονα την ακεραιότητά της. Θα καταδείξουμε γιατί μια ειρηνική χώρα, όπως η Ελλάδα, που έχει απέναντί της μια επεκτατική δύναμη, όπως η Τουρκία, δεν έχει καμμιά άλλη επιλογή από το να ενισχύει, διαρκώς και στο μέγιστο βαθμό, την αποτρεπτική ικανότητα των Ενόπλων Δυνάμεών της. Και τέλος, θα πούμε για ποιον λόγο η ανάγκη ενίσχυσης της αποτροπής είναι σήμερα πιο επείγουσα από ποτέ.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ 1: ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ
Σε πολύ λίγα χρόνια συμπληρώνεται ένας αιώνας από τότε που η Ελλάδα, σε συνέχεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, εγκατέλειψε οριστικά κάθε σκέψη για περαιτέρω απελευθερωτικούς πολέμους και υιοθέτησε το αμυντικό “δόγμα της αποτροπής”, που ισχύει μέχρι και σήμερα. Στη βάση του, το δόγμα της αποτροπής σημαίνει ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας δεν πρόκειται να επιτεθούν ποτέ πρώτες και ο μόνος ρόλος τους είναι να αμυνθούν και να αντεπιτεθούν σε περίπτωση επιβουλής της εθνικής κυριαρχίας. Έτσι, τα εθνικά συμφέροντα δε διασφαλίζονται διά της (ενεργητικής) στρατιωτικής επιβολής και περιφρούρησης, αλλά διά της (παθητικής) απειλής καταστροφικών πληγμάτων κατά του εχθρού σε περίπτωση ξένης επίθεσης.
Πριν συνεχίσουμε, οφείλω να διευκρινίσω πως είμαι υπέρ του δόγματος αποτροπής – όχι βέβαια στην ακραία, φοβική και συμπλεγματική εκδοχή του που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, ιδίως μετά τη μεταπολίτευση. Στο παρόν άρθρο δε θα ανοίξουμε αυτό το θέμα, ωστόσο πρέπει να επισημανθεί, και τούτο μόνο για χάρη της περαιτέρω ανάλυσης, ότι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εν καιρώ ειρήνης είναι σαν να μην υπάρχουν για την πολιτική ηγεσία: κατά ιστορική πρωτοτυπία, η στρατιωτική ισχύς της Ελλάδας δεν αποτελεί εργαλείο στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, ο Ελληνισμός εκτός συνόρων είναι εγκαταλελειμμένος στην τύχη του ό,τι κι αν συμβεί, και κάθε υπαρκτός ή εν δυνάμει εχθρός μπορεί να είναι ήσυχος πως ό,τι κατακτήσει θα το κρατήσει. Αμφιβάλλω αν η Τουρκία χρειάστηκε ποτέ να προετοιμαστεί σοβαρά για το ενδεχόμενο επιχειρήσεων απελευθέρωσης των κατεχόμενων, ακόμη και μόλις δυο-τρεις μήνες μετά την εισβολή στην Κύπρο.
Σωστό ή λάθος, εφόσον αυτό είναι το αμυντικό μας δόγμα οφείλουμε να εστιάσουμε στις στρατηγικές συνέπειες, στα αρνητικά δεδομένα που εξ ορισμού δημιουργεί και στα προβλήματα που αναγκαστικά επιφέρει στον αμυντικό σχεδιασμό της χώρας, ώστε να έχουμε πλήρη συναίσθηση του πεδίου στο οποίο κινούμαστε και να επαναπροσδιορίσουμε ό,τι μπορεί να αλλάξει.

Το πρώτο εξ αυτών, και ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που το δόγμα της αποτροπής έχει ως συνέπεια, αφορά τον παράγοντα χρόνο: μεταξύ μιας χώρας επεκτατικής, όπως η Τουρκία (“αναθεωρητικής” όπως κατ’ ευφημισμό αναφέρεται τελευταία), και μιας χώρας που ακολουθεί το δόγμα της αποτροπής, όπως η Ελλάδα, η πρώτη θα έχει πάντοτε ανεξάντλητο, κυριολεκτικά, χρόνο σχεδιασμού και προετοιμασίας της επεκτατικής της δράσης, και η δεύτερη θα έχει πάντοτε περιορισμένο χρόνο αντίδρασης. Για παράδειγμα, ακόμη κι αν σε κάποιο χρονικό σημείο (ας το πούμε “έτος μηδέν” για χάρη της ανάλυσης) η Ελλάδα αποκτήσει συντριπτική υπεροπλία υπέρ της Τουρκίας, με το δεδομένο ότι δεν πρόκειται ποτέ να την εκμεταλλευτεί ενεργητικά (υπό το αμυντικό δόγμα που ακολουθεί), η Τουρκία θα έχει όσο χρόνο χρειάζεται για να σχεδιάσει τη δημιουργία προϋποθέσεων αποκατάστασης της πολεμικής της υπεροχής, ακόμη και σε βάθος δεκαετιών, ενώ αντίθετα ο χρόνος της Ελλάδας για προετοιμασία θα είναι πεπερασμένος: τα χρονικά μας περιθώρια θα τελειώσουν τη στιγμή που η Τουρκία θα νιώσει έτοιμη να επιτεθεί.
Το θέτουμε ως υπόθεση εργασίας αλλά δεν πρόκειται για κάποιο εντελώς θεωρητικό σχήμα. Αυτό που περιγράψαμε έχει σε κάποιο βαθμό ήδη συμβεί: λέγεται συχνά από στρατιωτικούς – και πιθανότατα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα – ότι στην κρίση των Ιμίων το Πολεμικό Ναυτικό είχε “κλειδώσει” όλους τους κρίσιμους στόχους της Τουρκίας και η αεράμυνά της ήταν αδύνατο να τους προστατεύσει αποτελεσματικά. Στα 24 χρόνια που σήμερα συμπληρώθηκαν από εκείνη την αποφράδα μέρα, η Τουρκία αφιέρωσε όλες της τις δυνάμεις στο να ξεπεράσει σε δύναμη πυρός το ΠΝ, την τότε μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου, και παράλληλα, έχοντας ξεκινήσει μόλις ελάχιστα χρόνια πριν, στο να δημιουργήσει τη δική της παραγωγή φθηνών (άρα πολλών), αξιόμαχων και αξιόπιστων UAVs που ανατρέπουν την ισορροπία στον αέρα και τη δική μας δυνατότητα Α/Α άμυνας.
Κι έτσι ερχόμαστε στο επόμενο πρόβλημα:
ΠΡΟΒΛΗΜΑ 2: ΠΟΛΕΜΟΣ VERSION 5.0
Όχι μόνο η αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά – δυστυχώς – και πολλά μέλη της Κυβέρνησης, όταν μιλούν για τις ανάγκες ολοκληρωτικής ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων κάνουν συχνά λόγο για “εκσυγχρονισμό”, σαν να πρόκειται για κάτι διαδικαστικό, ενώ η σωστή λέξη είναι “αναβάθμιση” και είναι κυριολεκτικά ζωτικής σημασίας. Πιο συγκεκριμένα:
Αν κάτι δεν έχει αλλάξει στον πόλεμο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι ότι υπεράσπιση εδάφους σημαίνει πως πεζοπόρα τμήματα εμποδίζονται από το να καταλάβουν τον έλεγχο ορισμένης χερσαίας έκτασης και να αναρτήσουν τη σημαία της χώρας τους (το αντίστοιχο στον αέρα και τη θάλασσα είναι η λεγόμενη “επίδειξη σημαίας” και η αποτροπή εισόδου ξένων δυνάμεων στα χωρικά ύδατα ή τον εναέριο χώρο). Από την πλευρά του επιτιθέμενου, ο εναέριος αποκλεισμός ορισμένης περιοχής δε συνιστά “εισβολή” και “κατοχή” ούτε τεχνικά – στρατιωτικά, ούτε νομικά. Υπό αυτό το δεδομένο, όπως κι αν έχουν διεξαχθεί οι επιχειρήσεις σε ξηρά, θάλασσα και αέρα, ό,τι κι αν έχει προηγηθεί, στο τέλος το Πεζικό του επιτιθέμενου πρέπει να μεταβεί από το σημείο Α στο σημείο Β, να εγκατασταθεί στο τελευταίο και να το ελέγξει. Υπό αυτήν την έννοια, το αν από την άλλη πλευρά οι δυνάμεις που υπερασπίζονται το έδαφος κινούνται με Bradley, Chinook, ΤΟΜΑ/ΤΟΜΠ της εποχής του πολέμου της Κορέας, βοϊδάμαξες ή όποιο άλλο μέσο, είναι πράγματι ζήτημα και μόνο εκσυγχρονισμού. Για να το πούμε κάπως απλοϊκά, “η δουλειά τελειώνει και με τα πόδια”: πρόκειται για μάχη που, στο τελικό της στάδιο, δεν μπορεί παρά να γίνει εκ του σύνεγγυς μεταξύ πεζοπόρων τμημάτων (με τη στήριξη όλων των άλλων Όπλων και Σωμάτων, βεβαίως). Στην τελική φάση, τη νίκη ή την ήττα στο έδαφος κρίνουν οι ίδιοι τρεις παράγοντες που πάντα έκριναν τους πολέμους: η επάρκεια σε προσωπικό και μέσα, η ικανότητα και το φρόνημα των ανθρώπων που έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση – σχεδόν σώμα με σώμα.

Αυτό, ωστόσο, δε συμβαίνει στον αέρα και τη θάλασσα, όχι μόνο γιατί οι αεροναυτικές αντιπαραθέσεις γίνονται ούτως ή άλλως από μεγαλύτερη απόσταση, αλλά και διότι μέσα σε μόλις δέκα χρόνια έχουν επέλθει αλλαγές που άλλαξαν για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αυτές διεξάγονται. Για να το πούμε με ένα παράδειγμα, η γρηγορότερη ελληνική φρεγάτα, με τους ικανότερους και γενναιότερους ναυτικούς του Στόλου, με όλα της τα όπλα συντηρημένα και τα αμπάρια της γεμάτα, δεν έχει καμμιά τύχη απέναντι σε αεροναυτικό πλήγμα πέραν του ορατού ορίζοντα ή σε επίθεση κορεσμού από δεκάδες επιθετικά drones, αν το ραντάρ της είναι ανεπαρκές και ταυτόχρονα δε διαθέτει μέσα αντιμετώπισης των σύγχρονων ασύμμετρων απειλών (αν και τα drones δεν πρέπει να θεωρούνται πια “ασύμμετρα”), ή αν δεν καλύπτεται από άλλα όπλα αεράμυνας περιοχής (όπως οι πολυπόθητες Belh@rra, εφόσον έρθουν με τη διαμόρφωση που έχει εν πολλοίς γίνει γνωστή). Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στον αέρα και κυρίως στην Α/Α άμυνα, καθώς η έλευση των μη επανδρωμένων πτητικών μέσων (UAVs) έχει αλλάξει τον πόλεμο στο βαθμό που τον είχαν αλλάξει στο παρελθόν η πυρίτιδα, το αεροπλάνο και οι βαλλιστικοί πύραυλοι.
Κι ενώ η Τουρκία παράγει UAVs δικής της τεχνολογίας σε όλα τα μεγέθη, …σχέδια και χρώματα, εμείς ακόμη συζητούμε για το αν θα αγοράσουμε τα 4 έως 8 πρώτα UAVs και πότε θα τελειώσει το R&D του ΑΠΘ που μόλις ξεκίνησε. Δεν υποτιμώ ούτε το Πανεπιστήμιο στο οποίο φοίτησα ούτε τις ικανότητες των ερευνητών, αλλά το να λέγεται από επίσημα χείλη ότι θα αντιμετωπίσουμε την υπαρκτή, ενεστώσα και άμεση απειλή των xν τουρκικών UAVs με drones που βρίσκονται στο στάδιο έρευνας και ανάπτυξης ενός Πανεπιστημίου είναι απελπιστικά αστείο. Πολύ φοβάμαι ότι ο ΥΕΘΑ μας άκουσε για πρώτη φορά στη ζωή του τις λέξεις “έρευνα” και “ανάπτυξη” δίπλα – δίπλα, λίγο πριν κάνει τη συγκεκριμένη δήλωση.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ 3: ΑΟΖ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ

Η εμπλοκή της Ελλάδος στο παιχνίδι των υδρογονανθράκων και των ΑΟΖ προκαλεί ρίγος σε όποιον έχει επίγνωση της αμυντικής της δομής. Προσωπικά τη θεωρώ από τις πιο ανεύθυνες πολιτικές αποφάσεις υπό τα σημερινά αμυντικά μας δεδομένα, κι εύχομαι να μην αποδειχθεί εγκληματική και στην πράξη.
Αυτό, διότι στο σύνολο της Πολεμικής Αεροπορίας και του Πολεμικού μας Ναυτικού δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΕΝΑ αεροσκάφος και ΟΥΤΕ ΕΝΑ πλοίο κατάλληλο για επιχειρήσεις ανοιχτής θαλάσσης. Κάτι που βεβαίως είναι απολύτως λογικό καθώς όλος ο εξοπλιστικός μας σχεδιασμός, επί δεκαετίες, γίνεται με επίκεντρο το Αιγαίο και αποκλειστικό σκοπό την υπεράσπισή του, ενώ ορισμένες φορές σημαντικό ρόλο στις επιλογές έπαιξε και το κόστος (όπως στην περίπτωση της μη προμήθειας F-15 Strike Eagle).
Επ’ αυτού μπορούν να ειπωθούν πολλά, το γεγονός ωστόσο είναι ότι, όπως κι αν έχουμε φτάσει ως εδώ, το να προστατεύσεις την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό από το να προστατεύεις τη Σάμο ή τη Χίο, κι εμείς δεν έχουμε τα κατάλληλα μέσα για να το κάνουμε.
Πρέπει να σημειώσω ότι δεν είμαι αντίθετος με την άσκηση της εθνικής μας κυριαρχίας και την αξιοποίηση του εθνικού μας πλούτου, με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και πλήρη αξιοποίηση των ευκαιριών που προσφέρει. Μόνο που αυτές οι επιλογές δεν μπορούν να λαμβάνονται ελαφρά τη καρδία. Όταν είσαι σοβαρό κράτος πρώτα προετοιμάζεις τις Ένοπλες Δυνάμεις για τις νέες ανάγκες και μετά ασκείς τα δικαιώματά σου, διαφορετικά διακινδυνεύεις με άσκοπες θυσίες.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ 4: ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Μέρος της αντιπολίτευσης στην Τουρκία (από όση τέλος πάντων έχει απομείνει και μπορεί πραγματική να εκφράζει γνώμη για την πολιτική του) ασκεί εδώ και καιρό κριτική για το γεγονός ότι η Τουρκία έχει απομονωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο και, ουσιαστικά, δεν έχει κανέναν συνομιλητή, οι δε κινήσεις των σκαφών της στην Κυπριακή ΑΟΖ επικρίνονται ως άσκοπες. Όπως επίσης έχει ασκηθεί κριτική και για το γεγονός ότι αποδέχθηκε να αποβληθεί από το πρόγραμμα αγοράς των F-35, στο οποίο είχε επενδύσει σημαντικούς πόρους και από το οποίο επρόκειτο να αποκομίσει εξαιρετικά οφέλη, προκειμένου να μη στερηθεί την ευκαιρία να αποκτήσει τους S-400. Περαιτέρω, όποιος έχει παρακολουθήσει την εξέλιξη του ψευδομνημονίου Τουρκίας – Λιβύης, η προεργασία για το οποίο έχει καταγραφεί στον ελληνικό Τύπο ήδη από το 2012, σίγουρα αναρωτιέται “γιατί τώρα;”. Γιατί ο Ερντογάν αποφάσισε να το υπαγορεύσει στον Σάρατζ τη δεδομένη χρονική στιγμή, χωρίς στη συγκεκριμένη επιλογή να έχει την ανοιχτή υποστήριξη από έστω και έναν σύμμαχό του (της Ρωσίας και της Γερμανίας μη εξαιρουμένων);
Πρόκειται για τρία φαινομενικώς ασύνδετα, μεταξύ τους, γεγονότα, τα οποία ωστόσο συνεκτιμώμενα εκδηλώνουν βιασύνη. Λαμβάνοντας υπόψη το περιβάλλον στο οποίο κινείται ο Ερντογάν, αλλά και το ποιόν του, η συμπεριφορά του αυτή πιθανότατα υποδεικνύει ότι έχει διαβλέψει ευκαιρία στην τρέχουσα συγκυρία, η δε βιασύνη κατά τη γνώμη μου σημαίνει ότι μάλλον αντιμετωπίζει την ευκαιρία αυτή ως τελευταία (και λέω μάλλον, διότι σε ζητήματα διεθνών σχέσεων, και πολύ περισσότερο σε ζητήματα αμυντικά, οι πολίτες μαθαίνουμε ένα πολύ μικρο κλάσμα από το τι πραγματικά συμβαίνει).
Αυτό κατά τη γνώμη μου συμβαίνει πρωτίστως διότι η Ελλάδα, είναι μεν επικίνδυνα αποδυναμωμένη στον αμυντικό τομέα συγκριτικά με το πρόσφατο παρελθόν της, αλλά πράγματι βγαίνει από την κρίση. Οφείλουμε εδώ να επισημάνουμε ότι η αμυντική αποδυνάμωση της χώρας μας δεν οφείλεται μόνο στην κρίση αλλά και στην ανεύθυνη κι εθνικά επικίνδυνη σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που διακατέχονταν από τέτοια ιδεοπαθολογικά συμπλέγματα ώστε είχε αφήσει, όχι από ανάγκη αλλά από άποψη, τα Mirage χωρίς ανταλλακτικά και τα τις φρεγάτες χωρίς όπλα, την ίδια ώρα που ο Καμμένος Υπουργός Άμυνας προέβαινε σε λεονταρισμούς και λεκτικές προκλήσεις κατά της Τουρκίας. Κι αυτό σε συνέχεια των προηγούμενων Κυβερνήσεων που τα αντισταθμιστικά οφέλη τα έκαναν βίλες και offshore ενώ την ίδια στιγμή κατέστρεφαν την εγχώρια αμυντική βιομηχανία (με εξαίρεση ίσως την ΕΑΒ) και ναυπηγική ικανότητα. Για να είμαστε δίκαιοι, τέλος, δεν πρέπει να παραβλέψουμε και τις ευθύνες κατά την περίοδο που ο ΥΕΘΑ Ευάγγελος Μεϊμαράκης, φτάνοντας στο άλλο άκρο, δεν υπέγραφε προμήθειες ούτε για βίδες και πριτσίνια.
Αλλά και γενικότερα, ό,τι κι αν προηγήθηκε ο Ερντογάν γνωρίζει πως η σημερινή κατάσταση, όσο και όπου είναι υπέρ του, δεν μπορεί και δε θα κρατήσει για πολύ ακόμη: όπως μετά τα Ίμια, έτσι και σήμερα η πολιτική ηγεσία της Ελλάδος φαίνεται να έρχεται επιτέλους στα συγκαλά της, να συνειδητοποιεί και να προτάσσει τις αμυντικές ανάγκες της χώρας (αν και ακόμη επιφυλακτικά σε βαθμό αδικαιολόγητο) έναντι άλλων επιλογών. Την ίδια στιγμή, οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία μπορεί μεν να είναι σχεδόν καλύτερες από ποτέ, αλλά έχουν όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της λυκοφιλίας. Τέλος, και το σημαντικότερο όλων, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ “βάζει πλάτη” προσωπικά υπέρ του Ερντογάν, κινούμενος καταφανώς ακόμη και κατά των εθνικών συμφερόντων της ίδιας του της χώρας, αλλά ούτε και αυτό μπορεί να έχει μακρά συνέχεια.
Γνωρίζει, λοιπόν, ο Ερντογάν, ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ ακόμη: καλώς εχόντων των πραγμάτων η Ελλάδα θα αποκαταστήσει την αμυντική ισορροπία μέσα στην επόμενη πενταετία έως δεκαετία, οι καλές σχέσεις με τη Ρωσία κινούνται συχνά στο όριο της σύγκρουσης και είναι δύσκολο να εμβαθύνουν (κυρίως για γεωστρατηγικούς λόγους που αφορούν καθεμιά από τις δυο χώρες χωριστά), και ο Τραμπ δε θα είναι Πρόεδρος για πολύ ακόμα – και πάντως όχι για πάντα.

Από στρατηγικής άποψης, αυτό για την Ελλάδα σημαίνει πως όποια κίνηση είναι να κάνει η Τουρκία, θα την κάνει τώρα. Και ίσως γι’ αυτό, εν τέλει, να προτίμησε την αποβολή της από το πρόγραμμα F-35, που κατά γενική ομολογία είναι ένα πρωτίστως επιθετικό όπλο, για χάρη των αμιγώς αμυντικού προσανατολισμού S-400. Αν όντως κάτι ετοιμάζει, όπως δηλώνει, και επείγεται, όπως καταδεικνύουν όσα επισημάναμε, δεν είχε άλλη επιλογή. Διότι ναι μεν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (και κυρίως το ΠΝ και η ΠΑ) δεν είναι στην κατάσταση που ήταν πριν 10-12 χρόνια, αλλά σε καμμιά περίπτωση δεν είναι ένας αντίπαλος με τον οποίον θέλεις να τα βάλεις χωρίς να έχεις λάβει τα μέτρα σου – και πολύ σοβαρά, μάλιστα.
Επίλογος
Αν πρέπει να συνοψίσουμε το στρατηγικό πρόβλημα της Ελλάδας σε μια φράση, αυτή θα ήταν ότι δεν υπάρχει χρόνος. Διότι το πρόβλημά μας είναι πρωτίστως ο χρόνος, όχι τα χρήματα.
Παρότι η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μια χρεοκοπημένη χώρα, τα κεφάλαια που απαιτούνται για την Άμυνα μπορούν να βρεθούν ταχύτατα, εφόσον η Κυβέρνηση φερθεί υπεύθυνα. Ακόμη και μέσα στις συνθήκες εξαθλίωσης των οικονομικά ασθενέστερων και στραγγαλισμού της επιχειρηματικότητας που βιώνουμε όσοι έχουμε απομείνει εδώ, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του Λαού συναισθάνεται την ευθύνη και δε θα είχε καμμιά αντίρρηση να να στηρίξει την εθνική επιβίωση ακόμη κι από το υστέρημά του, από τη στιγμή που το απαιτούν οι περιστάσεις. Πόσο μάλλον που υπάρχει πλέον η δυνατότητα δανεισμού με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, αλλά και – κυρίως – δημοσιονομικός χώρος, που είναι αδιανόητο να σπαταλάται σε επιδοτήσεις τηλεοπτικών σειρών, σε ενισχύσεις ημιθανών μέσων ενημέρωσης και σε αυξήσεις συντάξεων ενώ τα υποβρύχιά μας δεν έχουν τορπίλες.
Ο χρόνος, λοιπόν, αυτό που δεν αναπληρώνεται ποτέ στη ζωή, είναι ο παράγοντας εκείνος που δεν μπορεί να αγνοηθεί στην τρέχουσα συγκυρία, δεδομένου άλλωστε και ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων, για όλους τους λόγους που περιγράψαμε παραπάνω, είναι στο χέρι του Ερντογάν. Δε συγχωρούνται άλλες καθυστερήσεις, και πολύ περισσότερα δε συγχωρούνται ανεύθυνα ψευτοδιλήμματα του τύπου “βούτυρο ή κανόνια” – λες και ζούμε στα νησιά Φίτζι.
Η Κυβέρνηση οφείλει να κάνει αυτό που πρέπει, οφείλει να το κάνει με τον τρόπο που πρέπει, και κυρίως οφείλει να δράσει τώρα!

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΡΙΣΣΗΣhttps://parissis.grΣύμβουλος Στρατηγικής – Δικηγόρος και Οικονομολόγος. Οι πολιτικές του απόψεις συνοψίζονται στη φράση “ελεύθερη οικονομία με κρατική εποπτεία χάριν της κοινωνικής δικαιοσύνης” αλλά, όπως λέει, δεν εκπροσωπούνται πια στη Βουλή. Διαβάζει όσο περισσότερο μπορεί, γράφει μόνο για ό,τι ξέρει.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο
acontrario.gr